Πως επηρεάζουν τα παιδιά οι αντιλήψεις και οι στάσεις των γονιών?
Οι αντιλήψεις και οι στάσεις των γονιών επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό την ομαλή ή μη ανάπτυξη των παιδιών τους.
Οι απόψεις του Αμερικάνου ψυχολόγου Rogers σε αυτό το θέμα επέδρασαν σημαντικά στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Σύμφωνα με τον Rogers οι δύο βασικές έννοιες που διέπουν τη λειτουργία του οργανισμού μας είναι αυτές της αυτοσυνέπειας και της συμφωνίας. Ο οργανισμός δηλαδή λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρήσει τη συνέπεια μεταξύ των αντιλήψεων που έχουμε για τον εαυτό μας και τη συμφωνία των αντιλήψεων για τον εαυτό μας και των εμπειριών. Στην περίπτωση που κάποια εμπειρία θεωρείται απειλητική για την αυτοσυνέπεια μας τότε ο οργανισμός δρα με τις δύο διαδικασίες άμυνας, τη διαστρέβλωση της εμπειρίας και την άρνηση της.
Ο Rogers παρουσίασε την έννοια της ανάγκης για θετική αναγνώριση, που περιλαμβάνει την τρυφερότητα, τη συμπόνια, την αποδοχή, τη συμπάθεια και το σεβασμό. Έτσι αν οι γονείς δώσουν στο παιδί απεριόριστη θετική αναγνώριση και το παιδί νιώσει ότι επιβραβεύεται από τους γονείς δεν έχει λόγο να αρνηθεί τις εμπειρίες του. Αν όμως οι γονείς παρέχουν στο παιδί θετική αναγνώριση υπό όρους τότε το παιδί θα υποχρεωθεί να αρνείται τις εμπειρίες του όταν θα έρχονται σε σύγκρουση με την αυτοαντίληψη του. Φαίνεται λοιπόν ότι η επιβολή αξιολογικών όρων από τους γονείς στο παιδί οδηγεί στην άρνηση των εμπειριών του και στη ρήξη με τον εαυτό του προκειμένου να κρατήσει την αγάπη των άλλων. Το ερώτημα λοιπόν είναι αν το παιδί είναι ελεύθερο να αναπτυχθεί μέσα σε μια κατάσταση συμφωνίας ή αν τηρεί αμυντική στάση και θα λειτουργεί σε κατάσταση ασυμφωνίας. Είναι δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στο γονιό που λέει στο παιδί του ¨Δε μου αρέσει αυτό που κάνεις¨ και στο γονιό που λέει ¨Δε μου αρέσεις¨. Στην πρώτη περίπτωση ο γονιός αποδέχεται το παιδί του, αλλά δεν εγκρίνει τη συμπεριφορά του, ενώ στη δεύτερη περίπτωση ο γονιός απορρίπτει συνολικά το παιδί του.
Πολλές μελέτες δείχνουν ότι η δεκτική και δημοκρατική στάση των γονιών προωθεί σωστότερα την ανάπτυξη τους. Τα παιδιά των γονιών που επιδεικνύουν αυτή τη στάση έχουν μεγαλύτερη διανοητική ανάπτυξη, σιγουρια, έλεγχο και επινοητικότητα, ενώ τα παιδιά που έχουν απορριπτικούς και αυταρχικούς γονείς είναι επιθετικά, εριστικά, ανυπότακτα και ασταθή.
Το πως οι γονείς εκτιμούν τα παιδιά τους αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τη δική τους αυτοαποδοχή. Οι μητέρες που αποδέχονται τον εαυτό τους έχουν την τάση να αποδέχονται και τα παιδιά τους. Σύμφωνα με τα παραπάνω τρεις είναι οι σημαντικοί τομείς στη σχέση γονιών-παιδιών. Ο πρώτος τομέας αφορά το βαθμό στοργής, αποδοχής, ενδιαφέροντος και τρυφερότητας που εκφράζονται προς το παιδί. Έρευνες έδειξαν ότι οι μητέρες των παιδιών που έχουν υψηλή αυτοεκτίμηση είναι πιο στοργικές και έχουν στενότερη σχέση με τα παιδιά τους σε σχέση με μητέρες με χαμηλή αυτοεκτίμηση. Στην πρώτη περίπτωση τα παιδιά ερμήνευαν το ενδιαφέρον της μητέρας ως ένδειξη της σπουδαιότητας τους, δηλαδή ότι άξιζαν την αγάπη της.
Ο δεύτερος τομέας αφορά την ανεκτικότητα και την τιμωρία. Οι γονείς των παιδιών με υψηλή αυτοεκτίμηση έχουν ξεκάθαρες απαιτήσεις που τις επιβάλλουν με σταθερότητα και χρησιμοποιούν την επιβράβευση ως μέσο επηρεασμού της συμπεριφοράς των παιδιών. Αντίθετα οι γονείς των παιδιών με χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι σκληροί απέναντι τους, τα αντιμετωπίζουν χωρίς σεβασμό και τα καθοδηγούν ελάχιστα. Δεν θέτουν κατευθυντήριες γραμμές, τιμωρούν τα παιδιά τους και τονίζουν τη δύναμη τους και την απώλεια της αγάπης τους που πιθανόν θα επιφέρουν οι πράξεις των παιδιών.
Ο τρίτος τομέας αφορά τις δημοκρατικές πρακτικές. Οι γονείς των παιδιών με υψηλή αυτοεκτίμηση θέτουν μεγάλο αριθμό κανόνων και δείχνουν ζήλο για την επιβολή τους, χωρίς όμως να περιλαμβάνονται εξαναγκασμοί και αναγνωρίζοντας τα δικαιώματα και τις απόψεις των παιδιών. Οι γονείς των παιδιών με χαμηλή αυτοεκτίμηση θέτουν ελάχιστα και ασαφή όρια και είναι απορριπτικοί, απόλυτοι, δεσποτικοί και ανυποχώρητοι στις μεθόδους ελέγχου τους.
Τα παιδιά που μεγαλώνουν από γονείς που προσφέρουν συνθήκες ψυχολογικής ασφάλειας και ελευθερίας έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να αναπτυχθούν δημιουργικά. Ψυχολογική ασφάλεια δημιουργείται μέσα από την χωρίς όρους θετική αναγνώριση του παιδιού από τους γονείς και τη συναισθηματική τους κατανόηση, ενώ η ψυχολογική ελευθερία δημιουργείται όταν επιτρέπεται η έκφραση των ιδεών των παιδιών χωρίς να τα ελέγχουν. Έτσι λοιπόν πρέπει να φροντίζουμε να δημιουργούμε αυτές τις συνθήκες για να μπορούν τα παιδιά να μεγαλώνουν ελεύθερα και ομαλά.
Άννα Γαϊτανίδου
Παιδική και Νεανική Ψυχολόγος
Πηγή: «Θεωρίες προσωπικότητας», 2001, L. A. Pervin & O. P. John